Saturday, March 6, 2010

'Εξω με το Φοίβο Δεληβοαριά, Principal Club, Θεσσαλονίκη, Μάιος 2007...

(εν αναμονή μιας καινούριας δισκογραφικής δουλειάς από το Φοίβο και επειδή ένας φίλος μου το θύμισε με κάποιο τρόπο, παραθέτω ένα κείμενο που είχα γράψει για ένα διαδικτυακό μουσικό περιοδικό στο οποιο είχε δημοσιευτεί πριν από 2,5 χρόνια περίπου... ίσως ανεπίκαιρο για σας, για μένα όμως πάντα επίκαιρο...)
Αποφάσισα να βγω και εγώ έξω, όπως έκανε και ο Φοίβος Δεληβοριάς και έτσι κατέληξα στο Principal club, την Παρασκευή 11 Μαΐου (2007) για τη δεύτερη συναυλία-πάρτυ, όπως την αποκάλεσε ο Φοίβος, μετά την κυκλοφορία του πρόσφατου δίσκου του...
 Ο χώρος της συναυλίας κάπως ανοίκειος. Συνδυάζει χαρακτηριστικά από διαφορετικούς γνωστούς συναυλιακούς χώρους κι έτσι καταλήγει να μην έχει κάποια ταυτότητα αλλά να είναι λίγο από όλα και για αυτό κάπως ψυχρός. Παρόλα αυτά τους χώρους στα live τους κάνει το κοινό και ο ήχος, που ήταν άψογος…  Κι αφού περιπλανήθηκα λίγο στα χωράφια γύρω από το Principal, ακολουθώ τους στίχους του Φοίβου «Κι αν είναι ένας τρόπος για να ‘ρθω είν’ αυτός, ν’ αλλάζω στη διαδρομή συνεχώς, ν’ αλλάζω στη διαδρομή συνεχώς» και καταφέρνω να φτάσω κι εγώ στον προορισμό μου για να ακούσω το Φοίβο να τραγουδάει το δικό του «Προορισμό».       
           
Περνάει ο Φοίβος την κιθάρα στο βύσμα, τον πιάνει ένα πείσμα και απογειωνόμαστε…από το Κολωνάκι έξω από τα Έβερεστ ή στη Λουκιανού με ένα σκύλο το Βαγγέλη που το βλέμμα του μας ακολουθεί…για να καταλήξουμε στη Ρώμη και στη Χαλκιδική και μετά στην Καλλιθέα που ανθίζει από τη Θησέως ως τη Συγγρού αναζητώντας μια Κική ή αυτή που δε μ’ αγαπά και κουνιέται με νησιώτικα.

Ο Φοίβος στη σκηνή ήταν περισσότερο εξωστρεφής από ποτέ –τουλάχιστον από τις φορές που τον έχω δει εγώ- με τις γνωστές του ιστορίες αλλά παίζοντας και πολύ με τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ, αεικίνητος, κάνοντας περισσότερες χορευτικές κινήσεις από ποτέ. Ίσως ήταν και από περισσότερο άγχος, γιατί όπως μας είπε ήταν η 2η φορά που έπαιζαν σε live τα κομμάτια από τον καινούριο δίσκο. Όπως και να είχε έφτιαχνε μια γιορτινή ατμόσφαιρα, συναυλίας και πάρτυ μαζί.

Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα και προς το τέλος ακούστηκε το χορευτικό σουξέ που θα κάνει το Χατζηγιάννη να τρέμει –ένα κομμάτι για μια φίλη του Φοίβου που γεννήθηκε μέσα από κάποια ξεχασμένα γενέθλια. Όπως μας είπε και ο Φοίβος ο τελευταίος του δίσκος είναι γεμάτος από «ξεχασμένα» κομμάτια, όλο κάτι ξεχνούσα, μάς είπε, και γινόταν κομμάτι. Η ιστορία του δίσκου αυτού ξεκίνησε από ένα τηλεφώνημα το Δεκέμβριο του 2005, το οποίο ξέχασε αμέσως μόλις έκλεισε το τηλέφωνο. Λίγες μέρες μετά, μετά από logins και password checks την προπαραμονή της Πρωτοχρονιάς, κλειδαμπαρωμένος μέσα στο σπίτι, χτυπάει το κουδούνι στην «άγρια νύχτα» κι όταν ανοίγει, αντιλαμβάνεται ότι είναι 9 το πρωί, παραμονή πρωτοχρονιάς πλέον να του λένε κάτι πιτσιρικάδες τα κάλαντα. Από κείνη τη στιγμή αποφάσισε να βγει «Έξω» και ξεκίνησε να γράφει εκείνο το κομμάτι που χρωστούσε μετά από εκείνο το ξεχασμένο τηλεφώνημα, λίγες μέρες πριν. Κι έτσι ξεκίνησε η περιπέτεια του καινούριου δίσκου τραγουδώντας μας Και του χρόνου, «Πόση ώρα τώρα προσπαθείς να συνδεθείς και σε πετάει έξω ο υπολογιστής».

Και όσο ήταν «Έξω» ο Φοίβος, στο κτίριο μιας δισκογραφικής που τώρα έχει ρημάξει, μια νύχτα τον έβγαλε τ' αμάξι –για το κτίριο της Κολούμπια που λίγες μέρες μετά τη βόλτα τη νυχτερινή ανακοινώθηκε ότι γκρεμίζεται το κτίριο-"μνημείο", για να αναφωνήσει ο Φοίβος «μπράβο, Φοιβάκο, τρομερό ένστικτο, γράφεις για κάτι και αυτό γκρεμίζεται». Μετά την Κολούμπια πετάξαμε σε ελληνικά βιντεοκλάμπ όχι για νοικιάσουμε Ντε Νιρο η Μπρους Λι αλλά το νέο φιλμ της Βίνας της Ασίκη και να αναφωνήσουμε «Ζήτω ο ελληνικός ερωτισμός» και ο Φοίβος, «Βίνα, γύρνα πίσω» κάτι σαν «Λευτεριά στη Βίνα»…

Οι εναλλαγές των κομματιών και του ρυθμού έκανε ακόμα πιο ζωντανό το live…Οι εκτελέσεις των κομματιών άλλοτε πιο blues και άλλοτε πιο jazz, με την εναλλαγή του σαξόφωνου με το φλάουτο, απλά μαγευτική. Τα πλήκτρα επίσης παρόντα όσο και όπου έπρεπε. Και ο Φοίβος να λέει τις δικές του ιστορίες, αυτοσαρκαστικός και δηκτικός με την κατάντια της ελληνικής τηλεόρασης σχολιάζοντας τη σοβαροφανή κουλτουριάρικη πλευρά στο πρόσωπο της Κill Μπήλιω και των γκρο πλαν της αλλά και τα ίδια 20 άτομα που βραβεύουν άλλα ιδια 20 στα βραβεία του άντρα της χρονιάς και ουτω καθεξής… Σε 2 φάσεις μάλιστα κατέβηκε από τη σκηνή και τραγούδησε περιδιαβαίνοντας ανάμεσα στο κοινό…Η πρώτη ήταν όταν τραγούδησε για τη γυναίκα του φίλου του, του Πατώκου, που δεν είναι καμιά πλατινέ ξανθιά, ούτε κανένα κοκαλιάρικο μοντέλο ούτε φοιτήτρια μ΄ αρβύλες και γυαλιά, δεν είν' σαν τη Ροζίτα Σώκου, σα φελάχα του Μαρόκου, σαν την Κάραλη δε λέει τα μισά στα Γαλλικά και η δεύτερη όταν τραγούδησε τη «Δισκογραφική». Μας μίλησε για «Λέξεις» όπως δημοκρατία και τις αφιέρωσε στους 12 ζωγράφους που φιλοτέχνησαν το βιβλιαράκι από το cd του, ανάμεσα στους οποίους ήταν και η αδερφή του αλλά είπε και 3 κομμάτια για την ελληνική γλώσσα, από τα «mp3, τα atm στον εθνικό μαλάκα». Μάλιστα με αφορμή την «Υβρεοπομπή» μίλησε για φιλία μεταξύ δύο ορεσίβιων, που γεννήθηκε στο στρατό κι άλλα παρόμοια.

Κι αφού περάσαμε αυτό το στάδιο, βρεθήκαμε στα στενά της Λιμνούπολης, της Metrogoldwyn, της Finos Films, ο Ντοναλντ Ντακ, ο Κλαρκ Γκέημπλ και ο Βουτσάς ματαίως να περιμένουν για μας…Κι από εκεί σε ένα μπαρ με μια σερβιτόρα, πιο λευκή κι απ' την ποδιά της, να κρατάει ψηλά το δίσκο και την αξιοπρέπειά της, ροδανθός μες στα ρεμάλια και Θεά μες στους θνητούς, η παγίδα για να γίνεις πάλι χάλια. Κι έναν θαμώνα που ήδη νιώθει σαν τον Κάγκνεϊ μπροστά στη Ρίτα Χεϊγουορθ… (Για το Invitation to the Blues του Tom Waits το ρώτησα στο τέλος της συναυλίας γιατί διάλεξε και διασκεύασε αυτό και όχι κάποιο άλλο του Tom Waits. Μου απάντησε ότι ένα καλοκαίρι όταν είχε πάρει το Small Change του Waits, το άκουγε συνέχεια, σε τέτοιο βαθμό που είχε λιώσει η κασέτα στο αυτοκίνητο από το παίξιμο. Όταν του είπα ότι η διασκευή του μπορεί να είναι καλύτερη και από το πρωτότυπο, μου είπε ότι αυτός είναι δεμένος με το πρωτότυπο. Κι εγώ του ανταπάντησα αντιστοίχως ότι το πρωτότυπο το έμαθα μέσα από τη διασκευή με την οποία δέθηκα, και ίσως για αυτό να μου φαίνεται «καλύτερη», δεν ξέρω…)

Στο τέλος μας τραγούδησε για το καλοκαίρι που θα ‘ρθει και στο τελικό κλείσιμο για εκείνη που σε βάζει στην κούνια, στα μάτια σαπούνια και γαλάκτωμα, σε στέλνουν σχολείο, στο δίπλα θρανίο εκείνη κάθεται, μικρή με τα ροζ κοκαλάκια

Ειλικρινά ο Φοίβος έπαιξε την κιθάρα με πινέλο και ζωγράφισε ένα από τα ωραιότερα live που κράτησε πάνω από 2 ώρες. Το κοινό του ετερόκλητο και ίσως για αυτό όχι τόσο συμμετοχικό, μάλλον δε δικαίωσε τη φήμη του κοινού της Θεσσαλονίκης.

Εύχομαι να υπάρξουν κι άλλα τέτοια live, γιατί η ζωή μόνο έτσι είναι ωραία.

Στη συνέχεια ακολούθησε πάρτυ με μουσική που έβαλαν 2 djs από την ομάδα του Κορμοράνου. O Φοίβος κατέβηκε από τη σκηνή, έκανε βόλτες και μίλησε με όλους ανεξαιρέτως, γνωστούς, αγνώστους, φίλους, θαυμαστές, λιτός, απλός και ακομπλεξάριστος.

Προλάβαμε να πούμε μερικές κουβέντες για τους συναυλιακούς χώρους της πόλης αλλά και γιατί δεν παίζει κομμάτια από τον πρώτο του δίσκο, την «Παρέλαση», στον οποίο η σκιά και ο λυρισμός του Χατζιδάκι πλανώνται… για το Φοίβο ο δίσκος αυτός αποτελεί κάτι πρωτόλειο και ο λόγος που δεν παίζει συχνά κομμάτια από εκεί, είναι γιατί του φαίνονται σαν κάτι μακρινό, δυσκολεύεται να μπει στην ψυχολογία που χρειάζεται για να τα τραγουδήσει και για αυτό τα λέει σπάνια, όπως μου είπε. Εκεί του είπα ότι παρά το ότι ήταν 15 χρόνων, όταν εκείνο το δίσκο, υπάρχουν ψήγματα της μετέπειτα καλλιτεχνικής του πορείας και του ύφους που έχει σήμερα. Και βρήκα την ευκαιρία να το ρωτήσω πώς είναι η αίσθηση να είσαι 15 χρονών και να πηγαίνεις στο Χατζιδάκι -να του χτυπάς την πόρτα και να του λες "Γεια σας, είμαι ένας συνάδελφος- και να καταλήγεις να κάνεις δίσκο μαζί του σε τέτοια ηλικία… Μου είπε με όλη την αμεσότητα που τον διακρίνει ότι ήταν η αφέλεια της στιγμής ή της ηλικίας, ίσως και η άγνοια «κινδύνου» συμπλήρωσα εγώ…

Κι εκεί είπαμε καληνύχτα κι ανανέωσα το ραντεβού για το επόμενο live…

No comments:

Post a Comment